• +30 23210 64612
  • +30 697 372 7875
  • Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
  • Δευτέρα - Παρασκευή 12:30 - 21:00 Ανθέων 17 Σέρρες

Η δυσλεξία πριν από εκατό περίπου χρόνια περιγράφηκε σαν μία διαταραχή ή/και αδυναμία ανάγνωσης.

Σήμερα είναι δυνατόν να ακούσει κανείς οτιδήποτε πάνω σε αυτό το θέμα, από αδυναμία ή δυσχέρειες στη μάθηση της ανάγνωσης, μέχρι αδυναμία ή δυσχέρειες στη γραφή, και πολλά άλλα.

Ουσιαστικά η δυσλεξία είναι αδυναμία ή δυσχέρειες στη μάθηση, περισσότερο ή λιγότερο έντονες, λαμβάνοντας βέβαια τη λέξη μάθηση με την ευρεία της έννοια.

Από εκεί και πέρα είναι δυνατόν ο παιδαγωγός να παρατηρήσει στα πλαίσια της δυσλεξίας, περισσότερες αδυναμίες ή δυσχέρειες σε κάποια συγκεκριμένα σχολικά μαθησιακά δεδομένα, οι οποίες όμως οφείλονται στο είδος της δυσλεξίας, η οποία υπάρχει και η οποία χαρακτηρίζεται από αυτές τις ιδιαιτερότητες σε επίπεδο δυσχερειών. Αυτές όμως οι παρατηρήσεις από τον παιδαγωγό δεν αποτελούν ούτε το ουσιαστικό πρόβλημα, ούτε την αιτιολογία, απλά είναι αποτελέσματα κάποιας συγκεκριμένης παθολογικής οντότητας, παθολογικής με την έννοια της εγκεφαλικής λειτουργικής διαδικασίας.

Έτσι λοιπόν δεν είναι δυνατόν να μιλάμε σήμερα ούτε για δυσαναγνωσίες, ούτε για δυσαριθμησίες, ούτε για οποιεσδήποτε άλλες παρόμοιες καταστάσεις, με ένα “δυσ”, μπροστά και στη συνέχεια η παιδαγωγικού τύπου διαδικασία.

Άν θεωρήσουμε ότι ένα παιδί, και μάλιστα στα πλαίσια της δυσλεξίας παρουσιάζει τη διαταραχή η οποία αποκαλείται δυσαναγνωσία, δηλαδή δυσκολία στην ανάγνωση, είναι δυνατόν ένας παιδαγωγός να παραμείνει αποκλειστικά και μόνο σε αυτή την παρατήρηση;

Αν ένα παιδί δεν μπορεί να κάνει ανάγνωση, τότε πως θα διαβάσει το κείμενο του συγκεκριμένου μαθήματος του;

Πώς θα μπορέσει να κατανοήσει τις έννοιες του συγκεκριμένου κειμένου;

Πώς θα μπορέσει να αφομοιώσει, άρα να μάθει το μάθημα του, δηλαδή να αφομοιώσει και να κάνει κτήμα του τις συγκεκριμένες έννοιες;

Πώς θα μπορέσει την επομένη ημέρα ή σε κάποια δεδομένη στιγμή να αποδώσει προφορικά, τα ήδη θεωρούμενα μεμαθημένα μέσω της ανάγνωσης (και όχι ακουστικά) από το συγκεκριμένο κείμενο – μάθημα;

Πώς θα μπορέσει να αποδώσει γραπτά αυτά που ουσιαστικά δεν έχει αφομοιώσει μέσω της ανάγνωσης;

Βέβαια αν τα σκεφτεί κανείς αυτά δεν πρόκειται να μιλάει πια για δυσαναγνωσία, αλλά για δυσλεξία.

Έχουμε αναφέρει ήδη ότι οι δυσχέρειες-αδυναμίες σε μαθησιακό -σχολικό- επίπεδο, ή ακόμα σε παιδαγωγικό επίπεδο δεν αποτελούν κάποια συγκεκριμένη παθολογία, αλλά απλά αποτελέσματα μια συγκεκριμένης και ολοκληρωμένης παθολογίας, που είναι η δυσλεξία.

Επίσης η δυσλεξία δεν αιτιολογείται από τα αποτελέσματά της, ούτε και προσδιορίζεται από αυτά, απλά είναι δυνατόν να χαρακτηρίζεται από αυτά.

Για τους λόγους λοιπόν αυτούς θα προσπαθήσουμε να αναπτύξουμε σε παιδαγωγικό επίπεδο, όσο αυτό είναι δυνατόν, τα παιδαγωγικού -σχολικού- τύπου αποτελέσματα της δυσλεξίας, δηλαδή τις δυσχέρειες-αδυναμίες που συναντούν οι παιδαγωγοί στα δυσλεξικά παιδιά.

Αυτές οι δυσχέρειες σίγουρα δεν είναι οι ίδιες σε όλες τις ηλικίες, αφού το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί συνεχίζει, έστω και με τα συγκεκριμένα του προβλήματα, να εξελίσσεται και σε επίπεδο εγκεφαλικών λειτουργιών, χρησιμοποιώντας και δημιουργώντας διάφορους μηχανισμούς άμυνας για την αντιμετώπιση των δυσχερειών, που αυτό το ίδιο ανακαλύπτει.

Για παράδειγμα είναι σπάνιο να βρει κάποιος ένα δυσλεξικό παιδί στις ηλικίες της τρίτης ή της τετάρτης Δημοτικού σχολείου, χωρίς να έχει κάνει οποιοδήποτε είδος θεραπείας ή αντιμετώπιση σε παιδαγωγικό επίπεδο, και να εξακολουθεί να συγχέει κάποια συγκεκριμένα σύμφωνα, τα οποία συνέχεε.

Μόνο του το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί βλέποντας ότι έχει αυτό το συγκεκριμένο πρόβλημα, είτε προφορικά, είτε γραπτά, προσπαθεί και βρίσκει κάποιους μηχανισμούς για να ξεπεράσει αυτό το πρόβλημα. Δηλαδή δεν το ξεπερνά επειδή υπέστη μία αντιμετώπιση παιδαγωγικού τύπου, με πίεση για παράδειγμα σε λέξεις με τα συγκεκριμένα συγχεόμενα σύμφωνα.

Τέτοια παραδείγματα υπάρχουν πολλά, όπου το ίδιο το παιδί καταλαβαίνει τις αδυναμίες του και έχει τη δυνατότητα με κάποιους δικούς του μηχανισμούς να ξεπερνά τέτοιου είδους δυσχέρειες.

Από την άλλη πλευρά όμως η αδυναμία-δυσχέρεια στη μάθηση μέσω λεκτικών συμβόλων, δηλαδή γραμμάτων τα οποία διαβάζει σε κείμενο, ούτως ώστε να αφομοιώσει κάποιες συγκεκριμένες έννοιες, είναι μία διαδικασία πολύ πιο πολύπλοκη και σύνθετη, η οποία στηρίζεται σε συγκεκριμένες δυνατότητες εγκεφαλικών λειτουργιών. Αν αυτές οι εγκεφαλικές λειτουργικές δυνατότητες δεν αποδίδουν το συγκεκριμένο δυναμικό τους, τότε δεν πρόκειται να μπορέσουν να ανταποκριθούν και στις ανάλογες μαθησιακές ανάγκες του παιδιού.

Επειδή όμως οι εγκεφαλικές λειτουργίες είναι πάρα πολλές και εντοπιστικά ουσιαστικά καταλαμβάνουν σχεδόν το σύνολο του εγκεφάλου, αρχίζει πλέον να γίνεται μία εξειδίκευση στις αδυναμίες -δυσχέρειες, ανάλογα με τον εντοπισμό, αλλά και το είδος της υπολειτουργικότητας, οπότε αυτό το γεγονός προσδιορίζει και τις ανάλογες παιδαγωγικού τύπου αδυναμίες -δυσχέρειες.

Η ηλικία στη συνέχεια παίζει έναν σημαντικό ρόλο, αφού η ποσότητα των μαθησιακών υποχρεώσεων αυξάνει, γεγονός που θα προκαλέσει πιο σαφή αλλά και έντονα προβλήματα στο συγκεκριμένο παιδί.

       
         

Νηπιαγωγείο

Στο νηπιαγωγείο αλλά και στην τάξη του προ-νηπιαγωγείου ένα “μελλοντικό” δυσλεξικό παιδί παρουσιάζει κάποιες ιδιαιτερότητες στην συμπεριφορά του εφόσον πρόκειται για διπλή δυσλεξία.

Παρατηρούνται ταυτόχρονα τα συμπτώματα της κλασσικής και της αντίστροφης δυσλεξίας, με μία έμφαση στη συμπτωματολογία της αντίστροφης δυσλεξίας, όσον αφορά τη συμπεριφορά του συγκεκριμένου παιδιού.

Βέβαια θα πρέπει να τονίσουμε εδώ ότι η συμπτωματολογία, την οποία παρουσιάσαμε προηγούμενα ανάλογα με το φύλο και το είδος της δυσλεξίας, επηρεάζεται σημαντικά από τη συμπεριφορά και τη δομή της οικογένειας, ιδιαίτερα δε της μητέρας σε σχέση με το συγκεκριμένο παιδί.

Αυτό σημαίνει ότι συχνά η συμπεριφορά των γονέων είναι διαφορετική από τη στιγμή που βλέπουν τα συμπτώματα που προαναφέραμε.

Εκείνο που θα τονίσουμε είναι ότι δεν απαιτείται καμία ιδιαίτερη μεταχείριση ή ιδιαίτερη συμπεριφορά προς τα παιδιά αυτά, ή γενικότερα τα δυσλεξικά παιδιά. Η συμπεριφορά των γονέων πρέπει να είναι αυτή, που ήταν ή αυτή που είναι και προς τα μη δυσλεξικά παιδιά.


Α’, Β’, Γ’ Δημοτικού

Το δυσλεξικό παιδί με διπλή δυσλεξία παρουσιάζει ταυτόχρονα τα συμπτώματα της κλασσικής και της αντίστροφης δυσλεξίας, χωρίς να υπερτερούν κάποια από αυτά ιδιαίτερα.

Σε επίπεδο συμπεριφοράς υπάρχουν τα συμπτώματα και των δύο αυτών ειδών της δυσλεξίας, αλλά υπερτερούν, πολλές φορές μάλιστα αρκετά έντονα τα συμπτώματα της συμπεριφοράς της αντίστροφης δυσλεξίας.


Δ’, Ε’, ΣΤ’ Δημοτικού

Το δυσλεξικό παιδί με διπλή δυσλεξία παρουσιάζει ταυτόχρονα τα συμπτώματα της κλασσικής και της αντίστροφης δυσλεξίας, χωρίς να υπερτερούν κάποια από αυτά ιδιαίτερα.

Σε επίπεδο συμπεριφοράς υπάρχουν τα συμπτώματα και των δύο αυτών ειδών της δυσλεξίας, αλλά υπερτερούν, πολλές φορές μάλιστα αρκετά έντονα, τα συμπτώματα της συμπεριφοράς της αντίστροφης δυσλεξίας.


Γυμνάσιο και Λύκειο

Το δυσλεξικό παιδί με διπλή δυσλεξία παρουσιάζει ταυτόχρονα τα συμπτώματα της κλασσικής και της αντίστροφης δυσλεξίας, χωρίς να υπερτερούν κάποια από αυτά ιδιαίτερα.

Σε επίπεδο συμπεριφοράς υπάρχουν τα συμπτώματα και των δύο αυτών ειδών της δυσλεξίας, αλλά υπερτερούν, πολλές φορές μάλιστα αρκετά έντονα, τα συμπτώματα της συμπεριφοράς της αντίστροφης δυσλεξίας.


Νηπιαγωγείο

Στο νηπιαγωγείο αλλά και στην τάξη του προ-νηπιαγωγείου ένα “μελλοντικό” δυσλεξικό παιδί παρουσιάζει κάποιες ιδιαιτερότητες στην συμπεριφορά του, εφόσον πρόκειται για εναλλασσόμενη δυσλεξία. Παρατηρούνται εναλλάξ σε συγκεκριμένα χρονικά όρια τα συμπτώματα της κλασσικής και της αντίστροφης δυσλεξίας, που προαναφέραμε για τις συγκεκριμένες ηλικίες, ανεξάρτητα όμως και ποτέ ταυτόχρονα.


Α’, Β’, Γ’ Δημοτικού

Το συγκεκριμένο παιδί με εναλλασσόμενη δυσλεξία είναι αυτό, το οποίο παρουσιάζει σε διάφορα χρονικά διαστήματα, πότε τα συμπτώματα σε μαθησιακό κυρίως επίπεδο της κλασσικής δυσλεξίας και πότε τα συμπτώματα, πάλι κυρίως σε μαθησιακό επίπεδο, της αντίστροφης δυσλεξίας.

Θα σημειώσουμε ότι ποτέ δενσυνυπάρχει η συμπτωματολογία της κλασσικής και της αντίστροφης σε αυτό το είδος της δυσλεξίας.

Τα συμπτώματα σε επίπεδο συμπεριφοράς είναι τα ανάλογα, αλλά σε ηπιότερη μορφή όμως, σε σχέση με τη βαρύτητα ή τη μορφή που συναντώνται στην αμιγή κλασσική και αντίστροφη δυσλεξία.


Δ’, Ε’, ΣΤ’ Δημοτικού

Το συγκεκριμένο παιδί με εναλλασσόμενη δυσλεξία είναι αυτό, το οποίο παρουσιάζει σε διάφορα χρονικά διαστήματα, πότε τα συμπτώματα σε μαθησιακό κυρίως επίπεδο της κλασσικής δυσλεξίας και πότε τα συμπτώματα, πάλι κυρίως σε μαθησιακό επίπεδο, της αντίστροφης δυσλεξίας.

Θα σημειώσουμε ότι ποτέ δεν συνυπάρχει η συμπτωματολογία της κλασσικής και της αντίστροφης σε αυτό το είδος της δυσλεξίας.

Τα συμπτώματα σε επίπεδο συμπεριφοράς είναι τα ανάλογα, αλλά σε ηπιότερη μορφή όμως, σε σχέση με τη βαρύτητα ή τη μορφή που συναντώνται στην αμιγή κλασσική και αντίστροφη δυσλεξία.


Γυμνάσιο και Λύκειο

Το συγκεκριμένο παιδί με εναλλασσόμενη δυσλεξία είναι αυτό, το οποίο παρουσιάζει σε διάφορα χρονικά διαστήματα, πότε τα συμπτώματα, σε μαθησιακό κυρίως επίπεδο, της κλασσικής δυσλεξίας και πότε τα συμπτώματα της αντίστροφης δυσλεξίας, κυρίως σε μαθησιακό επίπεδο.

Θα σημειώσουμε ότι ποτέ δεν συνυπάρχει η συμπτωματολογία της κλασσικής και της αντίστροφης, σε αυτό το είδος της δυσλεξίας.

Τα συμπτώματα σε επίπεδο συμπεριφοράς είναι τα ανάλογα, αλλά σε ηπιότερη μορφή όμως, σε σχέση με τη βαρύτητα ή τη μορφή που συναντώνται στην αμιγή κλασσική και αντίστροφη δυσλεξία.


Στο νηπιαγωγείο αλλά και στην τάξη του προ-νηπιαγωγείου ένα “μελλοντικό” δυσλεξικό παιδί παρουσιάζει κάποιες ιδιαιτερότητες στην συμπεριφορά του, εφόσον πρόκειται για δυσλεξία του ρυθμού άλφα.

Το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί ουσιαστικά δεν παρουσιάζει κάποια δυσχέρεια στη μάθηση, που του προτείνεται, αλλά εμφανίζει μία κόπωση νωρίτερα από τους συνομήλικους του, σε οποιαδήποτε μαθησιακή δραστηριότητα. Αυτό σημαίνει ότι κάποιο χρονικό διάστημα έχει τη δυνατότητα να μαθαίνει φυσιολογικά και μετά από αυτό το χρονικό διάστημα λόγω της κόπωσης δεν μπορεί να συνεχίσει, παρότι μάλιστα προσπαθεί.Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί συμμετέχει ενεργά σε όλες τις δραστηριότητες, μαθησιακές ή άλλες, αλλά όταν φθάσει στα επίπεδα της κόπωσης, τότε παρατηρούμε ότι αφαιρείται, χαζεύει, χωρίς να μπορεί να συμμετέχει, όπως προηγούμενα.

Εκτός από αυτές τις παρατηρήσεις σε μαθησιακό θα λέγαμε επίπεδο, το συγκεκριμένο παιδί εμφανίζει κάποιες άτυπες φοβίες, με εναλλασσόμενο αντικείμενο, οι οποίες φοβίες σιγά-σιγά μεταλλάσσονται σε ανασφάλειες, οι οποίες εμφανίζονται με διαφόρους τρόπους, στο σχολικό αλλά και στο οικογενειακό περιβάλλον. Λόγω αυτών των ανασφαλειών είναι δυνατόν να εμφανισθεί ένα είδος επιθετικότητας, όχι όμως σημαντικό, σε επίπεδο άμυνας του συγκεκριμένου παιδιού απέναντι στους συνομήλικους του στα πλαίσια του σχολείου του. Επίσης παρατηρούμε ότι είναι ένα παιδί το οποίο είναι πολύ ευαίσθητο, αλλά ταυτόχρονα και πολύ φιλότιμο, προσπαθώντας πάντα για το καλύτερο, έστω και αν δεν μπορεί.

Σε μαθησιακό επίπεδο θα επαναλάβουμε ότι παρατηρούμε σύντομη χρονικά κόπωση, σε οτιδήποτε μαθησιακό και για το λόγο αυτό παρατηρούνται συχνές, πολλές φορές και έντονες αφαιρέσεις του συγκεκριμένου παιδιού στην τάξη, με την έννοια της διάσπασης προσοχής προς άλλα ενδιαφέροντα, και επαναφορά της προσοχής.


Σε όλα τα μαθησιακά επίπεδα το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί, δείχνει ότι δεν έχει κάποια ιδιαίτερα προβλήματα ή δυσχέρειες. Το μόνο που θα παρατηρήσουμε σε ένα παιδί με τέτοιου είδους δυσλεξία είναι η σύντομη χρονικά κόπωση, σε οποιαδήποτε μαθησιακή δραστηριότητα κάνει. Αυτό σημαίνει ότι μετά από μικρό σχετικά χρονικό διάστημα διαβάσματος, το συγκεκριμένο παιδί δεν έχει τη δυνατότητα να αφομοιώνει, αλλά και πάλι όμως παραμένει πάνω από το βιβλίο του και προσπαθεί. Οι προσπάθειες του είναι πραγματικές, προσπαθεί όλο και περισσότερο, αλλά οι προσπάθειες του είναι δυσανάλογα μεγάλες σε σχέση με την απόδοση του στη σχολική τάξη. Το διάβασμα και οι προσπάθειες του συγκεκριμένου παιδιού σε όλα ανεξαιρέτως τα μαθησιακά σχολικά δεδομένα είναι έντονες, ενδιαφέρεται αρχικά για τα μαθήματα του και δευτερευόντως για το παιχνίδι.

Πρόκειται για ένα καλό παιδί, πρόθυμο σε οποιαδήποτε εξυπηρέτηση μέσα στη τάξη, αλλά επίσης πολύ συχνά είναι αφηρημένο. Η προσοχή του συνδυάζεται με τη δυνατότητά του να παρακολουθήσει, η οποία είναι χρονικά περιορισμένη, με την έννοια ότι αν επέλθει η σύντομη χρονικά κόπωση τότε το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί δεν μπορεί να παρακολουθήσει και έχει την εικόνα ενός αφηρημένου παιδιού. Δεν μπορεί να προσέξει, η προσοχή του εντοπίζεται κάπου, και ο εκπαιδευτικός θεωρεί ότι το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί τον αγνοεί.

Τελικά το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί θεωρείται τεμπέλης, με την έννοια ότι απαντά σε κάποια ερώτηση στον εκπαιδευτικό με επιτυχία, και μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, που έχει επέλθει η κόπωση, σε παρόμοια ή ευκολότερη ερώτηση δείχνει ότι είναι χαμένο και δεν μπορεί να απαντήσει. Το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί είναι ένα καλό παιδί, πολύ ευαίσθητο, προσκολλημένο στους γονείς του και ιδιαίτερα με τη μητέρα του, αλλά προσπαθώντας να αντλήσει κάποιες δυνάμεις από τον πατέρα του. Διαβάζει, προσπαθεί, στενοχωριέται γιατί οι γονείς του βλέπουν ότι καθυστερεί και του εφιστούν την προσοχή για να κάνει πιο γρήγορα.

Πρόκειται για ένα παιδί με ανασφάλειες. Δεν έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του και απουσιάζει η αυτοεκτίμησή του. Είναι ένα παιδί πολύ ευαίσθητο. Είναι ένα άτομο πολύ φιλότιμο σε όλα τα επίπεδα, δηλαδή και στα μαθήματα του, αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο.


Το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί ουσιαστικά δεν έχει κανένα μαθησιακό πρόβλημα σε οποιοδήποτε μαθησιακή δραστηριότητα στο γυμνασιακό του περιβάλλον. Το ουσιαστικό σύμπτωμα όμως είναι η σύντομη χρονικά κόπωση, σε οποιαδήποτε μαθησιακή του δραστηριότητα. Αυτό σημαίνει ότι κατά τη διάρκεια όπου το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί δεν είναι κουρασμένο, έχει τη δυνατότητα μάθησης, αλλά χρονικά αυτή η διάρκεια είναι πολύ μικρή, γεγονός που σημαίνει ότι δεν αρκεί για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του στο Γυμνάσιο. Παρ’ όλα αυτά το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί προσπαθεί, έστω και αν είναι στα πλαίσια της κόπωσης, και οι προσπάθειες του αυτές είναι φανερές και στους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι πολλές φορές δεν μπορούν να κατανοήσουν, πως ένα τέτοιο παιδί είναι συχνά αφηρημένο μέσα στη τάξη. Και βέβαια όταν λέμε ότι είναι αφηρημένο, εννοούμε ότι προσηλώνεται κάπου, σαν χαμένο, είτε μέσα στη σχολική τάξη, είτε κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο.

Στο Λύκειο η συμπτωματολογία είναι μεν η ίδια, αλλά δημιουργούνται πλέον σοβαρά προβλήματα, ίσως και ανυπέρβλητα, για την πορεία του συγκεκριμένου δυσλεξικού παιδιού στις σχολικές του δραστηριότητες, λόγω της ποσοτικής και ποιοτικής αύξησης των μαθησιακών δεδομένων.

Το συγκεκριμένο παιδί έχει την εικόνα ενός καλού παιδιού, το οποίο προσπαθεί στις μαθησιακές του δραστηριότητες, συχνά τις προτιμά από το παιχνίδι. Είναι ένα παιδί ήπιων τόνων, ακούει τις συμβουλές των γονέων του αλλά και των εκπαιδευτικών, και προσπαθεί να ανταποκριθεί, έστω και αν πολλές φορές δεν μπορεί να ανταποκριθεί, ή ανταποκρίνεται μερικώς. Διαβάζει πολλές ώρες, δυσανάλογα πολύ σε σχέση με τις μαθησιακές του υποχρεώσεις, και δυσανάλογα πολύ και σε σχέση με τους βαθμούς που παίρνει. Είναι το πρόθυμο παιδί σε οτιδήποτε, είτε στην οικογένεια, είτε στο σχολικό περιβάλλον.

Στο Λύκειο η συμπεριφορά αρχίζει σιγά-σιγά να χαλάει, αφού το συγκεκριμένο παιδί βλέπει ότι οι προσπάθειες του δεν έχουν τη δυνατότητα να αποδώσουν κάποια θετικά αποτελέσματα.

Το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί χαρακτηρίζεται από μία “ψυχική αδυναμία” η οποία σημαίνει:Ανασφάλειες, είτε στο σχολικό, είτε στο γενικότερο περιβάλλον του. Δεν έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του, ούτε και αυτοεκτίμηση, στις σχολικές αλλά και στις γενικότερες κοινωνικές του δραστηριότητες. Είναι πολύ ευαίσθητο παιδί και ταυτόχρονα πολύ φιλότιμο. Στο Λύκειο η ψυχική κατάσταση επιβαρύνεται περισσότερο.


Επικοινωνία

© 2024 All Rights Reserved by Sokratis Vasiliadis.

Powered By WebArtCode