Η δυσλεξία εδώ και 2-3 δεκαετίες έχει κάνει την εισβολή της και την Ελληνική γλώσσα, δηλαδή στην Ελληνική κοινωνία. Αυτή είναι η πραγματικότητα η οποία, όσο περνούν τα χρόνια, εμφανίζεται πιο έντονη, με αυξανόμενα ποσοστά, αλλά και με διαφορές στα συμπτώματά της από τα αρχικά καταγραφέντα. Επειδή λοιπόν οι μαθησιακές δυσκολίες τύπου δυσλεξίας, ή πιο απλά η δυσλεξία, επηρεάζουν αρνητικά, κυρίως και πρωτίστως τη μαθησιακή ικανότητα των παιδιών, και στη συνέχεια την ψυχοκοινωνική τους εξέλιξη, θα προσπαθήσουμε με απλό τρόπο να παρουσιάσουμε και να εξηγήσουμε τους τρόπους με τους οποίους επιδρά η δυσλεξία στα παιδιά, ποια είναι τελικά η συμπτωματολογία την οποία είναι δυνατόν να παρατηρήσουν οι εκπαιδευτικοί, αλλά και οι γονείς, και βέβαια ποια θα πρέπει να είναι η αντιμετώπιση από τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς των δυσλεξικών παιδιών, ούτως ώστε να συμβάλλουν θετικά, όσο αυτό είναι δυνατόν κυρίως στην ψυχοκοινωνική τους εξέλιξη.
Όλοι γνωρίζουν ότι η δυσλεξία επηρεάζει σημαντικά τη μαθησιακή ικανότητα του παιδιού, πράγμα το οποίο παρατηρείται σε διάφορες, σπάνια σε όλες τις μαθησιακές δραστηριότητες, ανάλογα με το είδος της δυσλεξίας. Είναι γεγονός επίσης ότι οι διαταραχές οι οποίες παρατηρήθηκαν εδώ και ένα αιώνα σε σχολικό μαθησιακό επίπεδο δεν άφησαν αδιάφορους τους παιδαγωγούς, οι οποίοι έκαναν σημαντικές προσπάθειες για να αντιμετωπισθεί το “φαινόμενο” που ονομάζουμε γενικά δυσλεξία. Συχνά μάλιστα, μπροστά στις αδυναμίες των παιδαγωγικών τακτικών να αντιμετωπίσουν τη δυσλεξία, έγινε προσπάθεια να αντιμετωπισθούν τα επιμέρους συμπτώματα της δυσλεξίας, γεγονός το οποίο δημιούργησε κάποιες ορολογίες σε επίπεδο συμπτωμάτων, οι οποίες είναι δανεικές από τη συμπτωματολογία της Νευροψυχολογίας, όπως είναι η δυσαναγνωσία, η δυσαριθμησία, δυσορθγραφία, και διάφορες άλλες. Αυτές όμως οι ορολογίες προέρχονται από τη Νευροψυχολογία και αφορούν σε συμπτώματα προερχόμενα από συγκεκριμένες βλάβες σε λειτουργικό εγκεφαλικό επίπεδο, κυρίως στον ενήλικα, μετά από συγκεκριμένο και εντοπιστικά προσδιορισμένο εγκεφαλικό επεισόδιο και όχι από μία απλή εγκεφαλική δυσλειτουργία ή υπολειτουργικότητα.
Ταυτόχρονα δημιουργήθηκε σε παιδαγωγικό επίπεδο ο ασαφής και άνευ αντικειμένου όρος “μαθησιακές δυσκολίες” ή “ειδικές μαθησιακές δυσκολίες”, όπου βέβαια δεν αναφέρεται πουθενά η αιτιολογία του συγκεκριμένου όρου, αφού ο όρος αποτελεί σύμπτωμα και όχι την αιτία από την οποία προέρχεται, και η οποία δεν περιγράφεται πουθενά. Σήμερα όμως πλέον τα πράγματα έχουν αλλάξει σε διεθνές επίπεδο, με την έννοια ότι έχουν γίνει πολλά και σημαντικά βήματα σχετικά με τη δυσλεξία, οπότε η παιδαγωγική δεν έχει να προσφέρει κάποια, οποιαδήποτε, βοήθεια στο δυσλεξικό παιδί σε αμιγές επίπεδο θεραπείας αυτής καθαυτής της δυσλεξίας.
Αμέσως όμως πρέπει να τονίσουμε ότι ο παιδαγωγός έχει να προσφέρει σημαντική βοήθεια στο δυσλεξικό παιδί με την ανάλογη συμπεριφορά του στα πλαίσια του σχολείου, όπως επίσης και σε επίπεδο αναπλήρωσης ελλείψεων μετά από μία ουσιαστική θεραπεία της δυσλεξίας. Τονίζουμε λοιπόν ότι οι δάσκαλοι είναι αυτοί οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να βοηθήσουν τον δυσλεξικό μαθητή να ξεπερνά, όσο αυτό είναι δυνατόν, δυσάρεστες καταστάσεις, είτε στο σχολικό περιβάλλον, είτε στις επιδόσεις του σε μαθησιακό επίπεδο, είτε σε οποιαδήποτε άλλα επίπεδα, αφού το σχολείο για το μαθητή αποτελεί την κύρια δραστηριότητά του. Θα επαναλάβουμε ότι οι παιδαγωγοί και τα παιδαγωγικά συστήματα δεν είναι δυνατόν να θεραπεύσουν τη δυσλεξία, αντίθετα οι παιδαγωγοί και σε επίπεδο σχολείου έχουν τη δυνατότητα να βοηθήσουν σημαντικά το δυσλεξικό παιδί με τη συμπεριφορά τους, αλλά απλά να το βοηθήσουν, κυρίως σε κοινωνικό και ψυχολογικό επίπεδο, όπως άλλωστε και τα μη δυσλεξικά παιδιά.
Θεωρούμε λοιπόν ότι έχει πλέον φτάσει η ώρα να αντιμετωπισθεί η δυσλεξία σοβαρά και αμιγώς επιστημονικά με βάση την αιτιολογία της και όχι τα αποτελέσματά της. Άλλωστε η πραγματικότητα της δυσλεξίας είναι πλέον μπροστά μας και δεν είναι δυνατόν να ασχολούμαστε με διάφορες ανυπόστατες, ασαφείς και το κυριότερο αναπόδεικτες, άρα μη επιστημονικές, απόψεις και θεωρίες, προερχόμενες από διαφόρων ειδών προσεγγίσεις.
Παιδαγωγικά
- Παιδαγωγικά