Στο νηπιαγωγείο αλλά και στην τάξη του προ-νηπιαγωγείου ένα “μελλοντικό” δυσλεξικό παιδί παρουσιάζει κάποιες ιδιαιτερότητες στην συμπεριφορά του, εφόσον πρόκειται για δυσλεξία του ρυθμού άλφα.
Το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί ουσιαστικά δεν παρουσιάζει κάποια δυσχέρεια στη μάθηση, που του προτείνεται, αλλά εμφανίζει μία κόπωση νωρίτερα από τους συνομήλικους του, σε οποιαδήποτε μαθησιακή δραστηριότητα. Αυτό σημαίνει ότι κάποιο χρονικό διάστημα έχει τη δυνατότητα να μαθαίνει φυσιολογικά και μετά από αυτό το χρονικό διάστημα λόγω της κόπωσης δεν μπορεί να συνεχίσει, παρότι μάλιστα προσπαθεί.Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί συμμετέχει ενεργά σε όλες τις δραστηριότητες, μαθησιακές ή άλλες, αλλά όταν φθάσει στα επίπεδα της κόπωσης, τότε παρατηρούμε ότι αφαιρείται, χαζεύει, χωρίς να μπορεί να συμμετέχει, όπως προηγούμενα.
Εκτός από αυτές τις παρατηρήσεις σε μαθησιακό θα λέγαμε επίπεδο, το συγκεκριμένο παιδί εμφανίζει κάποιες άτυπες φοβίες, με εναλλασσόμενο αντικείμενο, οι οποίες φοβίες σιγά-σιγά μεταλλάσσονται σε ανασφάλειες, οι οποίες εμφανίζονται με διαφόρους τρόπους, στο σχολικό αλλά και στο οικογενειακό περιβάλλον. Λόγω αυτών των ανασφαλειών είναι δυνατόν να εμφανισθεί ένα είδος επιθετικότητας, όχι όμως σημαντικό, σε επίπεδο άμυνας του συγκεκριμένου παιδιού απέναντι στους συνομήλικους του στα πλαίσια του σχολείου του. Επίσης παρατηρούμε ότι είναι ένα παιδί το οποίο είναι πολύ ευαίσθητο, αλλά ταυτόχρονα και πολύ φιλότιμο, προσπαθώντας πάντα για το καλύτερο, έστω και αν δεν μπορεί.
Σε μαθησιακό επίπεδο θα επαναλάβουμε ότι παρατηρούμε σύντομη χρονικά κόπωση, σε οτιδήποτε μαθησιακό και για το λόγο αυτό παρατηρούνται συχνές, πολλές φορές και έντονες αφαιρέσεις του συγκεκριμένου παιδιού στην τάξη, με την έννοια της διάσπασης προσοχής προς άλλα ενδιαφέροντα, και επαναφορά της προσοχής.
Σε όλα τα μαθησιακά επίπεδα το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί, δείχνει ότι δεν έχει κάποια ιδιαίτερα προβλήματα ή δυσχέρειες. Το μόνο που θα παρατηρήσουμε σε ένα παιδί με τέτοιου είδους δυσλεξία είναι η σύντομη χρονικά κόπωση, σε οποιαδήποτε μαθησιακή δραστηριότητα κάνει. Αυτό σημαίνει ότι μετά από μικρό σχετικά χρονικό διάστημα διαβάσματος, το συγκεκριμένο παιδί δεν έχει τη δυνατότητα να αφομοιώνει, αλλά και πάλι όμως παραμένει πάνω από το βιβλίο του και προσπαθεί. Οι προσπάθειες του είναι πραγματικές, προσπαθεί όλο και περισσότερο, αλλά οι προσπάθειες του είναι δυσανάλογα μεγάλες σε σχέση με την απόδοση του στη σχολική τάξη. Το διάβασμα και οι προσπάθειες του συγκεκριμένου παιδιού σε όλα ανεξαιρέτως τα μαθησιακά σχολικά δεδομένα είναι έντονες, ενδιαφέρεται αρχικά για τα μαθήματα του και δευτερευόντως για το παιχνίδι.
Πρόκειται για ένα καλό παιδί, πρόθυμο σε οποιαδήποτε εξυπηρέτηση μέσα στη τάξη, αλλά επίσης πολύ συχνά είναι αφηρημένο. Η προσοχή του συνδυάζεται με τη δυνατότητά του να παρακολουθήσει, η οποία είναι χρονικά περιορισμένη, με την έννοια ότι αν επέλθει η σύντομη χρονικά κόπωση τότε το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί δεν μπορεί να παρακολουθήσει και έχει την εικόνα ενός αφηρημένου παιδιού. Δεν μπορεί να προσέξει, η προσοχή του εντοπίζεται κάπου, και ο εκπαιδευτικός θεωρεί ότι το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί τον αγνοεί.
Τελικά το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί θεωρείται τεμπέλης, με την έννοια ότι απαντά σε κάποια ερώτηση στον εκπαιδευτικό με επιτυχία, και μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, που έχει επέλθει η κόπωση, σε παρόμοια ή ευκολότερη ερώτηση δείχνει ότι είναι χαμένο και δεν μπορεί να απαντήσει. Το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί είναι ένα καλό παιδί, πολύ ευαίσθητο, προσκολλημένο στους γονείς του και ιδιαίτερα με τη μητέρα του, αλλά προσπαθώντας να αντλήσει κάποιες δυνάμεις από τον πατέρα του. Διαβάζει, προσπαθεί, στενοχωριέται γιατί οι γονείς του βλέπουν ότι καθυστερεί και του εφιστούν την προσοχή για να κάνει πιο γρήγορα.
Πρόκειται για ένα παιδί με ανασφάλειες. Δεν έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του και απουσιάζει η αυτοεκτίμησή του. Είναι ένα παιδί πολύ ευαίσθητο. Είναι ένα άτομο πολύ φιλότιμο σε όλα τα επίπεδα, δηλαδή και στα μαθήματα του, αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο.
Το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί ουσιαστικά δεν έχει κανένα μαθησιακό πρόβλημα σε οποιοδήποτε μαθησιακή δραστηριότητα στο γυμνασιακό του περιβάλλον. Το ουσιαστικό σύμπτωμα όμως είναι η σύντομη χρονικά κόπωση, σε οποιαδήποτε μαθησιακή του δραστηριότητα. Αυτό σημαίνει ότι κατά τη διάρκεια όπου το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί δεν είναι κουρασμένο, έχει τη δυνατότητα μάθησης, αλλά χρονικά αυτή η διάρκεια είναι πολύ μικρή, γεγονός που σημαίνει ότι δεν αρκεί για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του στο Γυμνάσιο. Παρ’ όλα αυτά το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί προσπαθεί, έστω και αν είναι στα πλαίσια της κόπωσης, και οι προσπάθειες του αυτές είναι φανερές και στους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι πολλές φορές δεν μπορούν να κατανοήσουν, πως ένα τέτοιο παιδί είναι συχνά αφηρημένο μέσα στη τάξη. Και βέβαια όταν λέμε ότι είναι αφηρημένο, εννοούμε ότι προσηλώνεται κάπου, σαν χαμένο, είτε μέσα στη σχολική τάξη, είτε κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο.
Στο Λύκειο η συμπτωματολογία είναι μεν η ίδια, αλλά δημιουργούνται πλέον σοβαρά προβλήματα, ίσως και ανυπέρβλητα, για την πορεία του συγκεκριμένου δυσλεξικού παιδιού στις σχολικές του δραστηριότητες, λόγω της ποσοτικής και ποιοτικής αύξησης των μαθησιακών δεδομένων.
Το συγκεκριμένο παιδί έχει την εικόνα ενός καλού παιδιού, το οποίο προσπαθεί στις μαθησιακές του δραστηριότητες, συχνά τις προτιμά από το παιχνίδι. Είναι ένα παιδί ήπιων τόνων, ακούει τις συμβουλές των γονέων του αλλά και των εκπαιδευτικών, και προσπαθεί να ανταποκριθεί, έστω και αν πολλές φορές δεν μπορεί να ανταποκριθεί, ή ανταποκρίνεται μερικώς. Διαβάζει πολλές ώρες, δυσανάλογα πολύ σε σχέση με τις μαθησιακές του υποχρεώσεις, και δυσανάλογα πολύ και σε σχέση με τους βαθμούς που παίρνει. Είναι το πρόθυμο παιδί σε οτιδήποτε, είτε στην οικογένεια, είτε στο σχολικό περιβάλλον.
Στο Λύκειο η συμπεριφορά αρχίζει σιγά-σιγά να χαλάει, αφού το συγκεκριμένο παιδί βλέπει ότι οι προσπάθειες του δεν έχουν τη δυνατότητα να αποδώσουν κάποια θετικά αποτελέσματα.
Το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί χαρακτηρίζεται από μία “ψυχική αδυναμία” η οποία σημαίνει:Ανασφάλειες, είτε στο σχολικό, είτε στο γενικότερο περιβάλλον του. Δεν έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του, ούτε και αυτοεκτίμηση, στις σχολικές αλλά και στις γενικότερες κοινωνικές του δραστηριότητες. Είναι πολύ ευαίσθητο παιδί και ταυτόχρονα πολύ φιλότιμο. Στο Λύκειο η ψυχική κατάσταση επιβαρύνεται περισσότερο.