Δ’, Ε’, ΣΤ’ Δημοτικού
Ήδη η μάθηση αρχίζει πλέον να προέρχεται μέσα από το διάβασμα κειμένου, έστω και αν ακόμα ο εκπαιδευτικός κατά την παράδοση αναλύει τα δεδομένα του μαθήματος.
Η ανάγνωση πλέον φαινομενικά δεν παρουσιάζει κάποιες δυσχέρειες. Στην πραγματικότητα όμως παρατηρούμε ότι υπάρχει μία μετάβαση από την αργή και προσεκτική φαινομενικά ανάγνωση, προς μία πιο γρήγορη και σιγά-σιγά σε ριπές ανάγνωση, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η στίξη, ούτε και το εννοιολογικό περιεχόμενο του κειμένου.
Βέβαια η ταχύτητα αυτή είναι σε παθολογικά πλαίσια, έστω και αν είναι σωστή η ανάγνωση, ενώ φαίνεται ότι γίνεται μία προσπάθεια να αποκωδικοποιηθούν τα γράμματα ιδιαίτερα τα σύμφωνα, όπως και οι συνδυασμοί δύο ή περισσότερων συμφώνων για να γίνει η ανάγνωση τους μέσα πάντα στη λέξη.
Η ορθογραφία έχει ήδη επιδεινωθεί σημαντικά και ευρίσκεται στα πλαίσια της συμβολικής ορθογραφίας. Τα λάθη είναι πολύ συχνά και το συγκεκριμένο δυσλεξικό δείχνει σαν να μην έχει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει τις γραμματικές δομές μέσα στα χρονικά πλαίσια. Για παράδειγμα κάποια λέξη μέσα στο ίδιο κείμενο, ή σελίδα, είναι δυνατόν να έχει γραφεί με διαφορετικούς τρόπους.
Στα δευτερεύοντα λεγόμενα μαθήματα, όπου η μάθηση των εννοιών προέρχεται από το διάβασμα κειμένου, παρατηρείται μία έντονη δυσχέρεια, η οποία μετατρέπεται σε αδυναμία αφομοίωσης και όχι κατανόησης των εννοιών του κειμένου, δηλαδή αυτού καθ’ αυτού του μαθήματος.
Σίγουρα ακόμα ο εκπαιδευτικός παραδίδει το μάθημα και αυτό βοηθάει αρκετά στο να θυμάται το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί συγκεκριμένες έννοιες, οι οποίες πιθανόν να του έκαναν και εντύπωση.
Εφόσον όμως χρειασθεί να διαβάσει το μάθημα από το βιβλίο σπίτι του, θα προτιμήσει να βάλει κάποιον να του το διαβάσει και αυτό να ακούει. Με τον τρόπο αυτό και χρησιμοποιώντας μνημονικές διαδικασίες και όχι αφομοιωτικές μαθησιακά διαδικασίες, θα έχει τη δυνατότητα να πει κάποια πράγματα την επομένη, αν κληθεί σε εξέταση από τον εκπαιδευτικό.
Θα τονίσουμε όμως ότι ήδη το συγκεκριμένο αυτό παιδί έχει μία εμπειρία σε επίπεδο μάθησης, ανάλογα δε με τη βαρύτητα της δυσλεξίας ήδη είναι δυνατόν να αρχίσει τις αρνήσεις σε οτιδήποτε σημαίνει βιβλίο -διάβασμα- μάθηση εννοιών- μαθήματος, οπότε και θα το αποφεύγει με οποιονδήποτε τρόπο.
Στη μάθηση των δομών της γλώσσας θα συμβεί το ίδιο εκεί όπου θα απαιτηθεί διάβασμα μέσω κειμένου και αφομοίωση των συγκεκριμένων εννοιών. Οι συγκεκριμένες αυτές έννοιες είναι σε αφηρημένο κυρίως επίπεδο και δεν περιέχουν ιστορικά χωρικά, χρονικά κλπ δεδομένα, όπως η ιστορία, τα θρησκευτικά κλπ, οπότε οι δυσκολίες πολλαπλασιάζονται και ταυτόχρονα και οι δυσχέρειες είναι περισσότερες και αυξανόμενες.
Έτσι θα αυξηθούν και οι αρνήσεις ή καλύτερα θα αρχίσουν να εμφανίζονται διάφοροι τρόποι δικαιολογίας για την αποφυγή του διαβάσματος.
Στο σκέφτομαι και γράφω εκτός των λαθών σε επίπεδο ορθογραφίας θα παρατηρηθεί αδυναμία ανάπτυξης των εννοιών. Οι έννοιες θα περιλαμβάνονται σχεδόν μέσα σε μία μεγάλη σχετικά πρόταση ή δύο, αλλά το σύνολο του κειμένου θα είναι αυτή ή αυτές οι προτάσεις. Οπότε η έκταση αυτής της έκθεσης θα είναι μικρή.
Στην αριθμητική όσον αφορά τις πράξεις σχεδόν δεν παρατηρούνται δυσχέρειες, αλλά παρατηρούνται όμως δυσχέρειες στην αφομοίωση των εννοιών του κειμένου του προβλήματος, από την οποία αφομοίωση θα προκύψει ποια ή ποιες πράξεις θα γίνουν για να προκύψει το αποτέλεσμα.
Στα κορίτσια η πίεση και η άσχημη ψυχική διάθεση λόγω των δυσκολιών τους στην αφομοίωση τα δυσκολεύει και στις πράξεις, προκαλώντας τους εντονότερες δυσχέρειες.
Θα πρέπει επίσης να αναφερθούμε εδώ και στη μάθηση της προπαίδειας, η οποία αρχίζει έστω και από προηγούμενες τάξεις, όπου το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί θα εμφανίσει κάποιες σοβαρές δυσχέρειες σε αυτή τη μάθηση. Οι δυσχέρειες αυτές οφείλονται στο γεγονός ότι πρέπει να μάθει μίας λεκτικής φύσεως διαδοχικότητα, σαν να ήταν ένα ποίημα, χωρίς όμως ομοιοκαταληξίες, και για το λόγο αυτό η προπαίδεια θεωρείται, όσον αφορά τη μάθηση, ως λεκτικό δεδομένο και όχι δεδομένο αριθμητικής.
Το επιτραπέζιο παιχνίδι το οποίο απαιτεί κάποια νοητική διαδικασία, είναι μία δραστηριότητα την οποία δεν αγαπάει το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί και προσπαθεί να την αποφεύγει. Η αποφυγή αυτή οφείλεται σε κόπωση η οποία προκαλεί και αδυναμίες να μπορέσει να αποδώσει ικανοποιητικά στα πλαίσια του παιχνιδιού, οπότε δεν υπάρχει ενδιαφέρον και αναπτύσσονται αρνήσεις για παρόμοια παιχνίδια.
Το επιτραπέζιο παιχνίδι για το κορίτσι είναι μία δραστηριότητα την οποία επιζητεί, αλλά για μικρό χρονικό διάστημα, και προσπαθεί στη συνέχεια να την μεταβάλλει σε κάποια άλλη παρόμοια δραστηριότητα. Το γεγονός αυτό οφείλεται σε κόπωση, η οποία του προκαλεί αδυναμίες στο να μπορέσει να αποδώσει ικανοποιητικά στα πλαίσια του παιχνιδιού, οπότε προτιμά την αλλαγή των δεδομένων όπου, σαν κάτι καινούργιο, ξεκινάει καλύτερα.
Το κινητικό παιχνίδι, μέσα στο οποίο θα συμπεριλάβουμε εκτός από το ποδόσφαιρο και άλλα παιχνίδια ή και διάφορες άλλες αθλητικές δραστηριότητες, είναι αυτό που ικανοποιεί το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί, πρώτον γιατί κινείται και δεν απαιτείται μάθηση μέσω λεκτικών δεδομένων και δεύτερον γιατί εκτονώνονται συσσωρευμένα δυναμικά από την πιεστική κατάσταση σε μαθησιακό συμβολικό επίπεδο.
Τα κορίτσια προτιμούν τη ρυθμική ή το μπαλέτο ή κάποιες άλλες αθλητικού τύπου δραστηριότητες, τις οποίες όμως πολύ γρήγορα θέλουν να αλλάξουν με κάτι άλλο.
Άλλωστε αυτές οι πιέσεις προκαλούν και την υπερκινητικότητα στα δυσλεξικά αυτά παιδιά.
Η μάθηση της ξένης γλώσσας πλέον αναζητά δομές της μητρικής γλώσσας, για να συνδυασθούν με τις προτεινόμενες δομές της ξένης γλώσσας. Αυτό σημαίνει ότι θα αρχίσουν να φαίνονται κάποιες δυσχέρειες, οι οποίες και θα αυξάνονται συνεχώς.
Η συμπεριφορά στο σχολείο αρχίζει να είναι φαινομενικά καλύτερη, με την έννοια ότι αρχίζει να υποχωρεί η υπερκινητικότητα, λόγω του ότι το συγκεκριμένο δυσλεξικό παιδί μεγαλώνει και προσπαθεί να δείχνει μία καλύτερη συμπεριφορά προς τα έξω. Βέβαια και αυτό το γεγονός είναι μία εσωτερική πίεση, η οποία θα εκτονωθεί βέβαια σε κάποια κινητικής φύσεως δραστηριότητα.
Η συμπεριφορά στο σπίτι παραμένει σχεδόν η ίδια, με την έννοια ότι ναι μεν υπάρχει μία ελαφρά υποχώρηση των συμπτωμάτων της υπερκινητικότητας, αλλά υπάρχει αύξηση της έντασης σε επίπεδο οικογενειακό, επειδή δημιουργούνται πιέσεις για διάβασμα εκ μέρους κυρίως των γονέων.
Η ψυχική διάθεση του συγκεκριμένου αυτού παιδιού αρχίζει να δημιουργεί κάποιες ελαφρές καταθλιπτικές τάσεις, με την έννοια ότι αισθάνεται μειονεκτικά απέναντι στους υπολοίπους και κλείνεται στον εαυτό του, όσο αυτό του είναι δυνατόν, γιατί η κινητικότητα στα πλαίσια κυρίως του παιχνιδιού, του δίνει τη δυνατότητα να εκτονώνεται, αλλά οι μαθησιακές του υποχρεώσεις συχνά δεν του αφήνουν τον ανάλογο χρόνο.
Η συμπεριφορά στο σχολείο των κοριτσιών αρχίζει να είναι σχετικά καλύτερη, με την έννοια ότι σχεδόν δεν υπάρχει η υπερκινητικότητα, και επειδή προσπαθούν να δείξουν έναν καλύτερο χαρακτήρα, αναπληρώνοντας έτσι τις σχολικές τους δυσχέρειες-αδυναμίες.
Η συμπεριφορά στο σπίτι των κοριτσιών είναι δυνατόν να παραμείνει η ίδια, με την έννοια ότι υπάρχει εκεί μία εκτόνωση από τις πιέσεις που ηθελημένα υποβάλλει τον εαυτό του στο σχολικό περιβάλλον.
Η ψυχική διάθεση του συγκεκριμένου παιδιού αρχίζει να δημιουργεί κάποιες καταθλιπτικές τάσεις, με την έννοια ότι αισθάνεται μειονεκτικά απέναντι στους άλλους και κλείνεται στον εαυτό του. Προσπαθεί όμως να μην το δείχνει αυτό με κάποιες κοινωνικού τύπου κυρίως δραστηριότητες, μέσα από τις οποίες προσπαθεί και να προβληθεί.